Όχι πια μπλε

Τράβηξε το πόδι του και το πήγε παραπέρα.
Κι ύστερα κι άλλο πιο πέρα.
“Ο ουρανός σήμερα είναι λευκός” είπε “αλλά χθες ήταν ακόμη λευκότερος”.
Το μπλε δεν του ταίριαζε.
Μπλε ήταν οι φλέβες στο πόδι του.

Μέσα απ’ το παράθυρο βγαίναν τα περιστέρια και πετούσαν, πετούσαν
κι ύστερα έρχονταν και κάθονταν πάνω στα γείσα
και γέμιζαν με κουτσουλιές τον τόπο.
Έβγαινε τότε η γειτόνισσα με το βαμμένο μαλλί και τα βγαλμένα φρύδια
και φώναζε “Ουστ, βρωμόπουλα!”.
Έπαιρνε μια σφουγγαρίστρα λερή, αφού δεν είχε σκούπα,
και την κράδαινε πέρα δώθε, αποτυχημένη σπαθοκρατούσα,
και τα πουλιά ξανάχεζαν κι έφευγαν μακριά.
Μα η δική του φλέβα ήταν πάντα μπλε, σαν το ποδήλατο του Γιαννάκη.

Το κουκούτσι του αβοκάντο μόνο μπλε δεν είναι,
αλλά είναι χοντρό και γλοιώδες
και του θύμιζε πως και η γη έχει σχήμα τέτοιο
και είναι γλιτσερή και αηδιαστική
με όλους αυτούς τους σιχαμένους ανθρώπους πάνω της.
Η βόμβα να είναι μπλε σαν τις γαμημένες τις φλέβες.

“Κλείσε την κουρτίνα. Ο ουρανός αρχίζει να γίνεται μπλε.
Είμαι ψάρι τρελό.
Κι αν κολυμπάω στο βυθό, μ΄αρέσει η στεριά.
Με λένε Μενέλαο από το μένω και λαός”.

 

Μοσχοβάκη Ελένη

FacebooktwitterlinkedinFacebooktwitterlinkedin