Υπήρξε μια εποχή

 

 

 

 

 

 

υπήρχε κάποτε μια εποχή

που ήμασταν κύριοι με το κάπα κεφαλαίο

που δεν μας ένοιαζε τίποτα

κι ας μας ζητούσαν όλοι τα ρέστα

πρώτοι πέρναγαν οι γιακάδες

όλο παράπονα πως τους αφήναμε ασιδέρωτους

πως καθόλου όμορφοι δεν ένιωθαν χωρίς γραβάτες

ξεχυθήκαμε σε ανατολίτικα παζάρια και στους καλύτερους οίκους μόδας

να βρούμε γραβάτες ταιριαστές και καθωσπρέπει

μα σταθήκαμε άτυχοι

όλου του κόσμου οι γραβάτες ανήκαν

σε πέντε δανδήδες που ανταγωνίζονταν

ποιος έχει τη μεγαλύτερη συλλογή

ύστερα ήρθαν τα μανικετόκουμπα

χρυσοποίκιλτα και εκθαμβωτικά τόσο

που την όρασή μας χάσαμε

απ’ το ένα μάτι ευτυχώς

κύκλωπες πια τριγυρνάμε

μες στις σπηλιές μας

έπειτα πέρασαν οι τσέπες

τρύπιες και ξεσκισμένες

όλη την ώρα γκρίνιαζαν

πως τις αφήναμε να κρυώνουν

πως είναι στερημένες από χάδια

πως βαρέθηκαν κέρματα και εισιτήρια

λες και δεν γνώριζαν ότι

έχουμε μονάχα δυο χέρια κι ότι

είναι συνεχώς απασχολημένα

με δουλειές με χρήματα

με πέη και με στήθη

τελευταία κατέφτασαν τα φουλάρια

αραχνοΰφαντα και πλουμιστά

στο βλέμμα τους μπορούσε κανείς να διακρίνει

τη ζήλια για τα ζεστά κι ολόμαλλα κασκόλ

τότε εμείς για να τα παρηγορήσουμε

καλέσαμε συνέλευση όπου

πήραμε ομόφωνα την απόφαση

να τα προτιμήσουμε

για τη στιγμή που έρχεται

και θα κρεμαστούμε

 

* ο τίτλος, ο πρώτος στίχος και η απουσία στίξης επηρεάστηκαν
από το ποίημα «Η εποχή του σιδήρου» του Γιώργου Καλοζώη.
FacebooktwitterlinkedinFacebooktwitterlinkedin