ορφέας απέργης

VII.

Ο δίκαια μορφωμένος εαυτός σου

εκλεπτυσμένο θηρίο –

πιο ύστερα, ζωάκι εκπαχύνσεως.

XXVII.

Η νοσταλγία είναι

το τελευταίο καταφύγιο

αυτών που πιστεύουν στο μέλλον.

XXXII.

Αγάπησε, έστω και για πάντα.

XXXIV.

Αιώνιο μόνο το ατελές.

XLII.

(Φωτάει καλύτερα

όποιος φωτίστηκε μονάχος)

LII.

Επιλέγει κανείς

τα πιο αθώα χρώματα.

Το κόκκινο της παιδικής πληγής,

το μπλε της αιθρίας,

το πράσινο της νεότητας.

Είναι η πρωτοφανής αθωότητα

που καταδικάζει

τα χρώματα

σε χρήση.

LVIII.

Βγάλε πατρίδα

βγάλε θρησκεία

βγάλε οικογένεια,

δε μένουνε και πολλά

να μας χωρίζουν.

LXI.

Μην πεις ελευθερία,

δες ένα πουλάκι.

Μην πεις ισότητα,

δες δυο γατιά με

τη μάνα τους.

Μην πεις ιστορία,

πες πως τα δυο γατιά

μεγαλώσανε

και μαλώνουνε ποιο θα φάει

το πουλάκι.

Στίχοι από το βιβλίο του Ορφέα Απέργη η γλώσσα τους (εκδ. νεφέλη).

Κώστας Ριτσώνης

Δράμι δράμι

οι στίχοι στάζουν

σαν πολύτιμο βούτυρο

πάνω στο ψωμί της μοναξιάς

*

Φτωχά μπιζού

από μαντέμι

στολίζουν την όμορφη

Πλούσια μπιζού

μπριγιαντένια

στολίζουν τη γερασμένη

*

Είπα στον εαυτό μου:

θα γράφεις ένα μικρό πεζό τη βδομάδα

θα γράφεις ένα μικρό ποίημα το δεκαήμερο

θα διαβάζεις ένα βιβλίο το δεκαπενθήμερο

του βάζω σκληρά καθήκοντα

και τον κουράζω

*

Γίνεται μπαρμπέρης

χωρίς ψαλίδια

ποιητής

χωρίς βιβλία

ζωγράφος

χωρίς πινέλα

*

5-7-5

«Στον ποι-η-τή Χ!

χα-ρί-ζω τους στί-χους μου

με φι-λί-α Ψ?»

γράφει ένας νέος ποιητής

που βγάζει πάλι συλλογή

με έξοδά του

σα χάι-κάι λιγοσύλλαβη

σεμνή και περήφανη

η αφιέρωση

κι όχι δουλικότητα

στην υπεροψία

*

Θέλησα να παρκάρω

στη γωνιά σου

Όμως φοβήθηκα

το παρκόμετρο

*

Μια χαρά την περνά η θάλασσα

διαλύονται οι κολυμβητές

μέσα στα σπλάχνα της


Επιλογή ποιημάτων του Κώστα Ριτσώνη (1949-2015)
από τη συλλογή Η βραχνή φωνή (2003, εκδ. Ποιήματα των φίλων)

Κώστας Δεσποινιάδης

Άσπλαχνη μνήμη, άδικη

ό,τι ωραίο έζησα λιώνει

σαν να ‘ταν χιόνι

κι όλα τα άσχημα εδώ

βουνά αμετακίνητα.

Να πάνε στα τσακίδια

τα γερμανοθρεμμένα μαμμόθρεφτα

και οι νοικοκυραίοι ποιητές

της ζεστής καμαρούλας.

Μετρήστε τους δεκαπεντασύλλαβους

αν είναι σωστοί,

αν είναι στη θέση τους τα ούμλαουτ

στα ποιήματα του Χέλντερλιν,

αν στέκουν τα μέτρα και οι ίαμβοι

και αδειάστε μας τη γωνιά.

Κρύο και παγωνιά έχει έξω,

κρύο και παγωνιά.

Διαβάζω στο διαδίκτυο

επιχειρήματα και κόντρα επιχειρήματα

για τον θάνατο των βιβλίων.

Ότι η ψηφιακή τυπογραφία

θα αντικαταστήσει την παραδοσιακή

ότι τα pixels θα αντικαταστήσουν

τους τσίγκους και τα στιγμόμετρα

ότι η άυλη απεραντότητα

του ψηφιακού κόσμου

θα υπερτερήσει των δυσβάσταχτων

χάρτινων όγκων.

Μπορεί.

Αλλά το ωραιότερο κοπλιμέντο

που είπα κάποτε σε γυναίκα

είναι ότι μυρίζει καλύτερα κι από

φρεσκοτυπωμένο βιβλίο

κι αυτό, διάολε, δεν θα

μπορούσα να το πω

αν δεν υπήρχε τυπογραφία.

Γραμμένες έχω τις υψιπετείς θεωρίες

τα μεταδιδακτορικά στη σημειολογία

τα Dasein, τα Vernunft/Verstand

και τα λοιπά μπαρμπούτσαλα

από εκκολαπτόμενους παπαγάλους

ακαδημαϊκούς

που δεν ξέρουν μήτε γιατί δούλευε

χαμάλης ο Άρης Αλεξάνδρου

μήτε και πού μετέφρασε τους Δαιμονισμένους

σε θέλω νύχτα

να χτυπάει η φλέβα σου

να κλαις με Λεοντάρη

για τ’ άδικα του κόσμου

να μη σε πιάνει το μάτι τους

ει δυνατόν ούτε το στόμα τους

εν γη αλμυρά το δάκρυ σου

πάντα με τους λησμονημένους.

Λέει ο Κάφκα:

Το βιβλίο πρέπει να είναι

το τσεκούρι που σπάει

την παγωμένη θάλασσα

μέσα μας.

Διάβασα χιλιάδες

αλλά η παγωνιά εκεί,

επιμένει.

Επιλογή ποιημάτων από τη συλλογή “Ζέλμπα” (εκδ. Πανοπτικόν)
του εκδότη, επιμελητή, μεταφραστή και ποιητή Κ. Δεσποινιάδη.