Άθλια λήθη

Είχε μεγαλώσει στην πρωτεύουσα. Όχι άσχημη μα ούτε όμορφη, όχι φτωχή μήτε πλούσια, όχι απουσιολόγος μα ούτε ξύλο απελέκητο. Εξέφραζε τον περίφημο μέσο όρο στις περισσότερες των δημοσκοπήσεων. Στο Λύκειο επιβεβαίωσε τον κανόνα όντας κρυφά ερωτευμένη με το φιλόλογο της τάξης, αν και έβγαζε φλύκταινες κάθε φορά που άκουγε τους αρχικούς χρόνους του ειμί και του λύω. Αποφάσισε γρήγορα ότι ήθελε να ασχοληθεί με τα οικονομικά. Ο μαθηματικός δεν τη γοήτευε όσο ο φιλόλογος, αλλά τη βοήθησε να περάσει στην Ασοέε. Φοιτητικά χρόνια ανέμελα, χωρίς επιπλέον νοίκι για τους γονείς και μερικά ιδιαίτερα για να βγαίνει το χαρτζιλίκι. Πολλές βόλτες, λίγες φιλίες, ελάχιστοι έρωτες.

Μετά από έξι χρόνια στη σχολή, ένας φίλος του πατέρα της κατάφερε να τη βάλει σε μια τράπεζα. Τελείωνε το οχτάωρο κι έπειτα πήγαινε για ιδιαίτερα, αφού δεν ήθελε να τα αφήσει ακόμα. Ήταν εξάλλου ελεύθερη μέχρι που γνώρισε ένα συνάδελφο απ’ την τράπεζα. Φτωχός πλην τίμιος αυτός και έχοντας διανύσει την ίδια περίπου διαδρομή με την κοπέλα ως τότε. Αρραβώνας ύστερα από τρία χρόνια σχέσης και μελλοντικά σχέδια γάμου.

Εκείνη ποτέ δεν την ενδιέφερε η μουσική και η λογοτεχνία. Διάβαζε κι άκουγε ό,τι έπεφτε στα χέρια της ή της πρότειναν. Μια μέρα, καθώς ξεφύλλιζε ένα εναλλακτικό περιοδικό, είδε την είδηση της παρουσίασης ενός βιβλίου. Κοίταξε το όνομα του συγγραφέα και διαπίστωσε πως πρόκειται για έναν απ’ τους αγαπημένους της φίλους στο σχολείο. Η εκδήλωση θα γινόταν το ερχόμενο Σάββατο σε κεντρικό βιβλιοπωλείο. «Γιατί να μην πάω;» σκέφτηκε. Ήταν μια καλή ευκαιρία να τον συναντήσει ξανά έστω κι έτσι. Δεν ήθελε όμως να δώσει δικαίωμα στο μέλλοντα σύζυγό της και του είπε να πάνε μαζί. Εκείνος φυσικά δεν αρνήθηκε.

Φτάνοντας στην αίθουσα της εκδήλωσης με καθυστέρηση, στάθηκαν όρθιοι πίσω πίσω αφού οι θέσεις είχαν γεμίσει. Εκείνη θαύμαζε όπως και παλιά την έμφυτη ρητορική ικανότητα του συμμαθητή της και ο αρραβωνιαστικός εμφανώς βαριόταν κοιτώντας συνεχώς την ώρα. Όταν τελείωσε η ομιλία, σχηματίστηκε ουρά για τις καθιερωμένες ευχές και τις αφιερώσεις στο βιβλίο. Η ίδια έμεινε για να τον χαιρετήσει, ενώ ο σύντροφός της θα την περίμενε στο αυτοκίνητο. Ήρθε η σειρά της και τότε έδωσε το βιβλίο στο συγγραφέα. Εκείνος τη γνώρισε αμέσως, σάστισε προς στιγμήν και σηκώθηκε να την αγκαλιάσει. Αντάλλαξαν δυο τρεις τυπικές κουβέντες ώσπου του ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να παντρευτεί σε δέκα μήνες. Του κόπηκαν τα πόδια, αν και δεν το περίμενε. Νόμιζε πως την είχε ξεπεράσει. Ήταν ερωτευμένος μαζί της απ’ το σχολείο, αλλά ποτέ δεν της είπε τίποτα. Έκατσε γρήγορα και της έγραψε για αφιέρωση στην πρώτη κενή σελίδα του βιβλίου το στίχο που ψιθύρισαν παρέα στη συναυλία των Στέρεο Νόβα στο Ρόδον το 1996: «Αν κλέβαμε το Βόλβο απ’ την άλλη άκρη του δρόμου, θα ‘φευγες μαζί μου μέχρι το τέλος του κόσμου;». Εκείνη βγήκε έξω, έφτασε στην άλλη άκρη του δρόμου, τη διάβασε, μα δεν απάντησε ποτέ!

FacebooktwitterlinkedinFacebooktwitterlinkedin